Ακόμη και χαμηλότερα ποσά συνοδεύονται από καλή απόδοση στο πλαίσιο λογαριασμών μισθοδοσίας ή σύνταξης. Την ίδια ώρα, σε μεγάλους οργανισμούς που διαθέτουν εκατομμύρια, η «μάχη» για την προσέλκυση νέων καταθέσεων ή διατήρησή τους, έχει οδηγήσει σε επιτόκια άνω του 8%.
Κρίσιμο είναι το ύψος του ποσού και η διάρκεια της κατάθεσης. Οι προθεσμιακές καταθέσεις από τα φυσικά πρόσωπα αποτελούν «πίτα» της τάξης των περίπου 84 δισ. ευρώ, ενώ κάτι περισσότερο από περίπου 17 δισ. ευρώ είναι οι καταθέσεις προθεσμίας των επιχειρήσεων.
Το κόστος των καταθέσεων έχει γίνει δυσβάσταχτο για τις ελληνικές τράπεζες οδηγώντας και τα νέα δάνεια σε υπέρογκα ύψη. Ωστόσο, η εν λόγω αυξητική τάση είναι αναπόφευκτη, λένε στελέχη της τραπεζικής αγοράς, όταν ένα μεγάλο μέρος των κεφαλαίων ύψους περίπου 75 δισ. ευρώ που έχει φύγει από εγχώριο τραπεζικό σύστημα, έχει κατευθυνθεί προς χώρες του εξωτερικού. Και τούτο, απασχολεί πολύ τους τραπεζίτες αφού έχουν να αντιμετωπίσουν ένα σημαντικό αδιέξοδο. Από τη μία πλευρά ανεβαίνει υπέρογκα το κόστος τους και από την άλλη, η ρευστότητα είναι μία από τις σημαντικότερες παραμέτρους για τη βιωσιμότητα των τραπεζών.
Χορηγήσεις
Την ίδια στιγμή οι τράπεζες έχουν σταματήσει τη χορήγηση στεγαστικών δανείων με τους ρυθμούς που έδιναν στο παρελθόν. Αλλά και στα ελάχιστα που δίνονται σήμερα το περιθώριο είναι ανάλογο με το ποσοστό χρηματοδότησης επί της αξίας του συμβολαίου αγοράς. Όσο μεγαλύτερη είναι η ίδια συμμετοχή τόσο μειώνεται το περιθώριο, με ελάχιστο όριο τις 3 μονάδες.
Τα επιτόκια στα στεγαστικά δάνεια είναι πολλών ταχυτήτων. Τα παλαιά στεγαστικά (που δόθηκαν μέχρι και το 2006) που είναι συνδεδεμένα με ΕΚΤ και περιθώριο (spread) από 1-2,5 μονάδες, το επιτόκιο φτάνει σήμερα από 2% έως 3,5%. Τα στεγαστικά (που δόθηκαν από τα μέσα περίπου του 2006 και μετά) που έχουν επιτόκιο αναφοράς το euribor τριμήνου (σήμερα 0,77%), το περιθώριό τους ξεκινά από 2 έως 3,5 μονάδες. Επίσης, στις αναδιαρθρώσεις στεγαστικών δανείων, οι τράπεζες χρεώνουν τους δανειολήπτες, με νέο υψηλότερο επιτόκιο μέχρι 3 μονάδες.
Από 8% εως 14%
Στα καταναλωτικά δάνεια, όταν πρόκειται για ρυθμίσεις και συγκέντρωση οφειλών, τα πρώτα δύο χρόνια οι τράπεζες προσφέρουν επιτόκιο της τάξης του 8% με 9% το οποίο όμως στη συνέχεια και για την υπόλοιπη διάρκεια του δανείου αυξάνεται στο 14%. Στις πιστωτικές κάρτες τα ονομαστικά επιτόκια διαμορφώνονται κατά μέσο στο 18%. Ωστόσο, το ΣΕΠΠΕ (δηλαδή η συνολική ετήσια πραγματική επιβάρυνση) φτάνει έως και το 20%. Για αναλήψεις μετρητών με κάρτα το ονομαστικό επιτόκιο είναι αυξημένο κατά 2 μονάδες.
Στα επιχειρηματικά δάνεια τα περιθώρια έχουν αγγίξει πλέον ακόμα και τις 9 μονάδες. Κατά μέσο όρο διαμορφώνονται στις 6 μονάδες. Το 2007 το περιθώριο των επιχειρηματικών δανείων δεν ξεπερνούσε το 3%.
(Πηγή: Ημερησία)