Η έρευνα ολοκληρώθηκε παρουσία του εισαγγελέα Γ. Δραγάτση, στα δύο σπίτια της κόρης του κ. Τσοχατζόπουλου, Αρετής, σε Κολωνάκι και Παλαιό Ψυχικό. Η κ. Αρετή Τσοχατζοπούλου, όπως και η σύζυγος του πρώην υπουργού είναι εμπλεκόμενες στην υπόθεση, αλλά δεν περιλαμβάνονται στα εντάλματα σύλληψης που εκδόθηκαν από τον ανακριτή.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα πέντε εντάλματα εκδόθηκαν, καθώς οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν ύποπτοι φυγής, αλλά και λόγω της βαρύτητας της πράξης. Συνολικά στην υπόθεση είναι κατηγορούμενοι περισσότερα από 10 πρόσωπα, ενώ πηγές της Εισαγγελίας χαρακτηρίζουν τα στοιχεία «πολλά και πολύ σοβαρά».
Στην εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών αναμένεται να οδηγηθούν ο επιχειρηματίας, Γιώργος Σαχπατζίδης και ο Ν. Ζίγρας, εξάδελφος του κ. Άκη Τσοχατζόπουλου που συνελήφθησαν, κατηγορούμενοι για εμπλοκή στην υπόθεση των περιουσιακών στοιχείων του πρώην υπουργό. Οι δύο άνδρες συνελήφθησαν νωρίτερα στη Θεσσαλονίκη βάσει σχετικών ενταλμάτων που εκδόθηκαν από τις ανακριτικές αρχές της Αθήνας. Κατηγορούνται δε ότι λειτούργησαν ως παρένθετα πρόσωπα, για να μπορεί ο πρώην υπουργός να αποκρύπτει τα περιουσιακά του στοιχεία. Επίσης συνελήφθη στην Καρδίτσα η λογίστρια του πρώην υπουργού Φρόσω Λαμπροπούλου.
Σύμφωνα με τη διαδικασία, ο πρώην υπουργός θα λάβει προθεσμία πέντε εργάσιμων ημερών για να απολογηθεί και έτσι να κριθεί από τον εισαγγελέα και από τον ανακριτή η προφυλάκισή του ή μη.
Ο πρώην υπουργός, κ. Άκης Τσοχατζόπουλος συνελήφθη στο σπίτι του στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου το πρωί της Μεγάλης Τετάρτης, μετά από ένταλμα που εκδόθηκε σε βάρος του από τον ειδικό ανακριτή Πρωτοδικών και την εισαγγελέα, οι οποίοι σχημάτισαν χωριστή δικογραφία για τα περιουσιακά του στοιχεία και τον τρόπο απόκτησής τους, σύμφωνα με την οποία προήλθαν από ξέπλυμα χρήματος και συγκεκριμένα της μίζας για την αγορά των υποβρυχίων από τη γερμανική εταιρεία Ferrostaal.
Ο κ. Τσοχατζόπουλος συνελήφθη με την κατηγορία για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και οδηγήθηκε στη ΓΑΔΑ. «Πάμε στον ανακριτή. Θα τα πούμε εκεί», δήλωσε ο κ.Τσοχατζόπουλος προσερχόμενος στην ΓΑΔΑ.
Ο πρώην υπουργός κατηγορείται ότι εισέπραξε μέσω υπεράκτιων εταιρειών από την γερμανική εταιρεία Ferrostaal μίζα οκτώ εκατομμυρίων ευρώ με την οποία αγόρασε ακίνητα στη λεωφόρο Κηφισίας και στην οδό Κομνά Τράκα, αλλά και την κατοικία του στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, για την οποία έγινε χωριστή δικαστική έρευνα. Τα χρήματα, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, διαβιβάστηκαν μέσω της τράπεζας Morgan Stanley στην Ελβετία.
Για το θέμα των περιουσιακών στοιχείων του πρώην υπουργού διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση από τις εισαγγελείς πρωτοδικών, κ. Ευγ. Κυβέλου και κ. Ελ.Σίσκου που ξεκίνησε το 2010, με αφορμή δημοσιεύματα για την υπόθεση της αγοράς του ακινήτου επί της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και αφορούσε τη νομιμότητα της αγοραπωλησίας και το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων με ερευνώμενα αδικήματα τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα, αδίκημα διαρκές, αλλά και φορολογικές παραβάσεις.
Στο πλαίσιο της έρευνας, ο πρώην υπουργός κλήθηκε ενώπιον των εισαγγελέων με την ιδιότητα του υπόπτου τον Οκτώβριο του 2011. Με το πέρας της προκαταρκτικής ο φάκελος διαβιβάστηκε στον ειδικό ανακριτή που σε συνεννόηση με την εισαγγελία εξέδωσε ένταλμα σε βάρος του πρώην υπουργού.
Το τελευταίο διάστημα, οι αρχές έχουν εντείνει τις συλλήψεις ατόμων για φοροδιαφυγή, σε μια προσπάθεια να αποκατασταθεί το αίσθημα δικαίου και να καμφθούν οι οξείες κοινωνικές αντιδράσεις που προκαλούν τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της οικονομικής βοήθειας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Ο κ. Τσοχατζόπουλος κατηγορείται σε βαθμό κακουργήματος για την αγοραπωλησία του εν λόγω ακινήτου και για άλλα περιουσιακά στοιχεία, καθώς και για πιθανές φορολογικές παραβάσεις, ανέφερε δικαστική πηγή. Τα κακουργήματα αυτά επισείουν ποινή κάθειρξης έως 25 έτη. Ο ίδιος πάντως έχει αρνηθεί κάθε ανάμειξη σε αξιόποινη πράξη.
Ο κ. Τσοχατζόπουλος υπήρξε χρόνια βουλευτής και υπουργός του ΠαΣοΚ με συνεχείς παρουσίες σε κυβερνήσεις από το 1981 μέχρι το 2004. Το 1996 μόλις έλειψε να γίνει πρωθυπουργός μετά από την παραίτηση του Ανδρέα Παπανδρέου.
(Πηγή: Κέρδος)