Συγκεκριμένα η απόφαση καθορίζει το πώς θα γίνεται η παρακράτηση φόρου στο εισόδημα από Μισθωτή Εργασία και συντάξεις αλλά και στην περίπτωση καταβολής αποζημίωσης λόγω απόλυσης, στην χορήγηση των εφάπαξ, στους ναυτικούς του εμπορικού ναυτικού, στους ανείσπρακτους μισθούς προηγούμενων ετών και στα ασφάλιστρα που καταβάλλουν εργαζόμενοι για συμβόλαια ομαδικής ασφάλισης.
Ο νέος καθορισμός για την παρακράτηση του φόρου εισοδήματος αφορά στα εισοδήματα του 2014.
Ακολουθεί όλη η απόφαση με τα ποσοστά της παρακράτησης σε κάθε περίπτωση.
Οι υπόχρεοι που καταβάλλουν εισόδημα για μισθωτή εργασία και συντάξεις προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου ως ακολούθως:
Στους αμειβόμενους με μηνιαίο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις συμπεριλαμβανομένων και των εφάπαξ παροχών που καταβάλλονται με τις τακτικές αποδοχές, στους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες με σχέση μίσθωσης εργασίας πάνω από ένα έτος στον ίδιο εργοδότη ή με σχέση μίσθωσης εργασίας αορίστου χρόνου, στις συντάξεις ή άλλες παροχές παρόμοιας φύσης, που καταβάλλονται από ταμεία επικουρικά, μετοχικά, αρωγής ή αλληλοβοήθειας, με βάση την φορολογική κλίμακα και τις μειώσεις φόρου που προβλέπονται του ίδιου νόμου μετά από προηγούμενη αναγωγή του μηνιαίου εισοδήματος σε ετήσιο, ως ακολούθως:
Οι εκκαθαριστές μισθοδοσίας προσδιορίζουν, το μηνιαίο καθαρό εισόδημα κάθε δικαιούχου αφαιρώντας από το ακαθάριστο ποσό του μισθού ή της σύνταξης ή της οποιασδήποτε καταβαλλόμενης παροχής μόνο τα ποσά των νόμιμων κρατήσεων για υποχρεωτικές ασφαλιστικές εισφορές, που για την καταβολή τους βαρύνεται ο μισθωτός ή ο συνταξιούχος.
Στην έννοια του μηνιαίου καθαρού εισοδήματος περιλαμβάνονται οι αποδοχές που συνεντέλλονται (δηλαδή συνεκκαθαρίζονται) μαζί, σε μία μισθοδοτική κατάσταση.
Οι εκκαθαριστές μισθοδοσίας κάθε μήνα διενεργούν αναγωγή του μηνιαίου καθαρού εισοδήματος με βάση τις πραγματικές καταβαλλόμενες αποδοχές προκειμένου να προσδιορισθεί το συνολικό ετήσιο καθαρό εισόδημα κάθε δικαιούχου.
Ο υπολογισμός του συνολικού ετήσιου καθαρού εισοδήματος γίνεται με πολλαπλασιασμό των καθαρών μηνιαίων αποδοχών επί 12 ή επί 14 όταν καταβάλλονται δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και επίδομα αδείας τα οποία αθροιστικά λαμβανόμενα ισοδυναμούν με δύο μισθούς.
Το ποσό του φόρου που αναλογεί βάσει της φορολογικής κλίμακας και των μειώσεων φόρου μειώνεται κατά ποσοστό 1,5% και το υπόλοιπο αποτελεί το φόρο που πρέπει να παρακρατείται σε ετήσια βάση. Το ένα δέκατο τέταρτο (1/14) ή το ένα δωδέκατο (1/12) του ποσού αυτού (ανάλογα με το αν καταβάλλονται ή όχι δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδόματος αδείας), αποτελεί το φόρο που παρακρατείται κάθε μήνα από τον υπόχρεο εργοδότη, κατά την καταβολή των μισθών ή των συντάξεων.
Η παρακράτηση έναντι της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εφαρμόζεται στο μηνιαίο καθαρό εισόδημα και υπολογίζεται με συντελεστή που αντιστοιχεί στο ετήσιο καθαρό εισόδημα όπως αυτό προκύπτει μετά την προηγουμένη αναγωγή των μηνιαίων αποδοχών σε ετήσιες, σύμφωνα με τα ανωτέρω.
Στο φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία που αποκτούν οι αξιωματικοί και το κατώτερο πλήρωμα που υπηρετεί σε πλοία του εμπορικού ναυτικού με τους συντελεστές της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του αυτού νόμου. Στα εισοδήματα αυτής της περίπτωσης επίσης διενεργείται παρακράτηση έναντι της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.
Ο φόρος που παρακρατείται μειώνεται κατά ποσοστό ενάμισι τοις εκατό (1,5) κατά την παρακράτησή του.
Στα εισοδήματα που καταβάλλονται αναδρομικά με βάση νόμο ή δικαστική απόφαση ή συλλογική σύμβαση, ή καθυστερημένα με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) στο καταβαλλόμενο φορολογητέο εισόδημα. Στα εισοδήματα αυτής της περίπτωσης δεν διενεργείται παρακράτηση έναντι της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.
Στις ανείσπρακτες δεδουλευμένες αποδοχές που εισπράττει καθυστερημένα ο δικαιούχος εισοδήματος από μισθωτή εργασία σε φορολογικό έτος μεταγενέστερο, με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) στο καταβαλλόμενο φορολογητέο εισόδημα. Στα εισοδήματα αυτής της περίπτωσης δεν διενεργείται παρακράτηση έναντι της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.
Παρακράτηση φόρου κατά την πληρωμή κάθε εφάπαξ αποζημίωσης που παρέχεται από οποιοδήποτε ασφαλιστικο ταμείο και για οποιονδήποτε λόγο διακοπής της σχέσεως εργασίας ή άλλης σύμβασης με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης
Οι υπόχρεοι που καταβάλλουν κάθε εφάπαξ αποζημίωση που παρέχεται από οποιονδήποτε φορέα και για οποιονδήποτε λόγο διακοπής της σχέσεως εργασίας ή άλλης σύμβασης, η οποία συνδέει το φορέα με τον δικαιούχο της αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ίδιου νόμου, προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου με βάση την κλίμακα αυτής της παραγράφου αυτού του άρθρου και νόμου με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης των δικαιούχων.
Παρακράτηση φόρου στο ασφάλισμα που καταβάλλεται στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συμβολαίων με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης
Στο καθαρό ποσό του ασφαλίσματος που καταβάλλεται με τη μορφή περιοδικά καταβαλλόμενης παροχής με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
Στο καθαρό ποσό του ασφαλίσματος που καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι του ποσού των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ, με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) και για τα ποσά που υπερβαίνουν τις σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ, με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%).
Οι συντελεστές των προηγούμενων εδαφίων της περίπτωσης αυτής αυξάνονται κατά πενήντα τοις εκατό (50%) σε περίπτωση είσπραξης από τον δικαιούχο ποσού πρόωρης εξαγοράς. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: