Επίσης, οι ελεγκτές της εφορίας θα μπορούν να διενεργούν και επιτόπιους ελέγχους έξω από τις επιχειρήσεις για να διαπιστώνουν εάν εκδίδονται κανονικά οι προβλεπόμενες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, αλλά και «εφόδους» στις εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων, χωρίς να έχει προηγηθεί ειδοποίηση, εφόσον υπάρχουν καταγγελίες εξ αποστάσεως ή βάσιμες ενδείξεις για φοροδιαφυγή.
Πιο συγκεκριμένα, στην εγκύκλιο προβλέπεται ότι οι εφορίες δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένες να ειδοποιούν τους φορολογούμενους για τον έλεγχο όπως ορίζεται στον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας που περιλαμβάνεται στο νόμο που ψηφίστηκε πέρσι στη Βουλή. Αν υπάρχουν υποψίες ή ακόμη και καταγγελίες ότι έχει διαπραχθεί φοροδιαφυγή, θα είναι δυνατόν ο έλεγχος να γίνεται ακόμη και από το γραφείο του εφοριακού, χωρίς καμία ειδοποίηση. Κατά τους ελέγχους θα αξιοποιείται κάθε διαθέσιμο στοιχείο (φορολογικές δηλώσεις, οικονομικές καταστάσεις ή έγγραφες καταγγελίες από τρίτους), χωρίς μάλιστα να είναι απαραίτητη η παρουσία του ελεγχόμενου.
Με την εγκύκλιο προβλέπεται επίσης ότι οι εφοριακοί θα μπορούν να ελέγχουν επιχειρήσεις, όπως διαγνωστικά κέντρα, γυμναστήρια, κέντρα αισθητικής, πάρκινγκ και ιδιωτικά σχολεία, ώστε να διαπιστώσουν από τους πελάτες τους, αν έχουν εκδοθεί αποδείξεις για τις παρεχόμενες υπηρεσίες από τους επαγγελματίες.
Σε περίπτωση που διαπιστώσουν μή έκδοση αποδείξεων, οι ελεγκτές θα μπορούν να διενεργούν προληπτικούς φορολογικούς ελέγχους στις επιχειρήσεις.
Επιπλέον, εάν μετά την ολοκλήρωση των επαληθεύσεων από τον ελεγκτή προκύψει διαφοροποίηση της φορολογικής οφειλής του ελεγχομένου, σε σχέση με τις δηλώσεις που έχει υποβάλλει, θα επιδίδεται στο φορολογούμενο προσωρινός διορθωτικός προσδιορισμός του φόρου, μαζί με το σημείωμα διαπιστώσεων με τα αποτελέσματα του φορολογικού ελέγχου.
Ο φορολογούμενος θα καλείται να διατυπώσει τις απόψεις του σχετικά με τον προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό του φόρου εντός 20 ημερών από την επίδοσή του. Οταν εκδοθεί οριστικό πόρισμα, θα έχει άλλες 20 μέρες.
Στη συνέχεια η Φορολογική Διοίκηση θα μπορεί να προβαίνει μετά από έλεγχο σε έκδοση πράξης διόρθωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου, διοικητικού, εκτιμώμενου ή προληπτικού προσδιορισμού φόρου, εφόσον από τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμενος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος.
Σε περίπτωση έκδοσης εντολής ελέγχου δεν υπάρχει δυνατότητα υποβολής δήλωσης για την φορολογία, τη φορολογική περίοδο ή την υπόθεση που αφορά ο φορολογικός έλεγχος.
Αναλυτικά η εγκύκλιος αναφέρει:
Με εγκύκλιο που υπέγραψε ο Γενικός Γραμματέας Εσόδων κ. Χάρης Θεοχάρης δίνει εντολή στις εφορίες να ξεκινήσουν να εφαρμόζουν «νέου τύπου» φορολογικούς ελέγχους, τους οποίους προβλέπει ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, που ψηφίστηκε πέρυσι από τη Βουλή (ν.4174 /2013).
Με στόχο την «ορθή» και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων, η εγκύκλιος Θεοχάρη προβλέπει ότι:
1. Ο έλεγχος εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων μπορεί να έχει τη μορφή α) του φορολογικού ελέγχου «από το γραφείο» της Φορολογικής Διοίκησης ή β) του επιτόπιου φορολογικού ελέγχου.
2. Στις περιπτώσεις ελέγχου «από το γραφείο», οι εφοριακοί υπάλληλοι αξιοποιούν κάθε στοιχείο που έχουν στην διάθεσή τους όπως: οικονομικές καταστάσεις, δηλώσεις και λοιπά στοιχεία που υποβάλλει ο φορολογούμενος, ή ακόμα και οποιοδήποτε έγγραφο ή πληροφορία περιήλθε από τρίτους.
3. Αν η Φορολογική Διοίκηση αποφασίσει να διενεργήσει πλήρη επιτόπιο φορολογικό έλεγχο πρέπει προηγουμένως να γνωστοποιήσει την απόφασή της αυτή στον φορολογούμενο, πριν την επίσκεψη του ελεγκτή στις εγκαταστάσεις του φορολογουμένου.
4. Σημειώνεται όμως ότι είναι δυνατόν, ύστερα από εντολή του Γ.Γ. Δημοσίων Εσόδων, να διενεργείται ακόμα και πλήρης επιτόπιος φορολογικός έλεγχος χωρίς καμία προηγούμενη ειδοποίηση, σε περιπτώσεις που υπάρχουν ενδείξεις ότι έχει διαπραχθεί φοροδιαφυγή.
5. Η εντολή διενέργειας του φορολογικού ελέγχου πρέπει να αναφέρει την διάρκεια του φορολογικού ελέγχου και το χαρακτηρισμό (είδος) «πλήρης» ή «μερικός» έλεγχος.
6. Η διάρκεια του ελέγχου συναρτάται άμεσα τόσο με το χαρακτηρισμό (είδος) ελέγχου πλήρης ή μερικός, όσο και με τα δεδομένα της κάθε υπόθεσης όπως είναι το μέγεθος της επιχείρησης, το αντικείμενο των εργασιών, ο βαθμός δυσκολίας κλπ.
Η διενέργεια του ελέγχου μπορεί να παραταθεί μία φορά κατά έξι (6) μήνες αλλά περαιτέρω παράταση για ακόμη έξι (6) μήνες είναι δυνατή μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
7. Πλήρης έλεγχος είναι αυτός που διενεργείται για όλες τις φορολογίες και όλα τα φορολογικά αντικείμενα καθώς και για τις εισφορές και τα τέλη ο οποίος είναι και οριστικός.
8. Μερικός έλεγχος είναι αυτός που δεν συγκεντρώνει τα παραπάνω στοιχεία του πλήρους ελέγχου.
9. Συνήθως θα εκδίδονται εντολές για διενέργεια μερικού φορολογικού ελέγχου.
10. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβαίνει σε εκτιμώμενο, διορθωτικό ή προληπτικό προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης, με την εφαρμογή μιας ή περισσοτέρων από τις κατωτέρω τεχνικές ελέγχου:
α) της αρχής των αναλογιών,
β) της ανάλυσης ρευστότητας του φορολογούμενου,
γ) της καθαρής θέσης του φορολογούμενου,
δ) της σχέσης της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών και
ε) του ύψους των τραπεζικών καταθέσεων και των δαπανών σε μετρητά.
Με τις ως άνω τεχνικές μπορούν να προσδιορίζονται τα φορολογητέα εισοδήματα των φορολογουμένων, τα ακαθάριστα έσοδα, οι εκροές και τα φορολογητέα κέρδη των υπόχρεων βάσει των γενικά παραδεκτών αρχών και τεχνικών της ελεγκτικής.
11. ο φορολογούμενος θα καλείται να διατυπώσει τις απόψεις του σχετικά με τον προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό του φόρου εντός είκοσι (20) ημερών από την επίδοσή του. Όταν εκδοθεί οριστικό πόρισμα, θα έχει άλλες 20 μέρες.
12. η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβαίνει μετά από έλεγχο σε έκδοση πράξης διόρθωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου, διοικητικού, εκτιμώμενου ή προληπτικού προσδιορισμού φόρου, εφόσον από τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμενος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος.
13. Πράξη διορθωτικού προσδιορισμού εκδίδεται και στις περιπτώσεις που:
α. Υποβλήθηκε φορολογική δήλωση και εκδόθηκε πράξη διοικητικού προσδιορισμού και στη συνέχεια υποβάλλεται τροποποιητική δήλωση με την οποία ο φορολογούμενος ζητά την έκδοση πράξης διόρθωσης του διοικητικού προσδιορισμού φόρου και η τροποποιητική αυτή δήλωση γίνεται δεκτή από τη Φορολογική Διοίκηση.
β. Δεν υποβλήθηκε δήλωση από το φορολογούμενο και δεν έχει εκδοθεί πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου.
14. στην περίπτωση που εκδίδεται διορθωτικός προσδιορισμός φόρου μετά από διενέργεια πλήρους ελέγχου υπόκειται σε μεταγενέστερη διόρθωση, μόνο εφόσον προκύψουν νέα στοιχεία.
15. δεν κοινοποιείται σημείωμα διαπιστώσεων και προσωρινός προσδιορισμός προστίμου στις περιπτώσεις πράξεων επιβολής προστίμων που αφορούν διαδικαστικές παραβάσεις, καθώς και για τις πράξεις επιβολής προστίμων τα οποία προκύπτουν και επιβάλλονται κατά τον άμεσο, διοικητικό, εκτιμώμενο ή προληπτικό προσδιορισμό του φόρου.
16. στις περιπτώσεις υποβολής μετά την 1.1.2014 εκπρόθεσμων δηλώσεων από τις οποίες δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση ή δηλώσεων πληροφοριακού χαρακτήρα που αφορούν περιόδους έως την 31.12.2013, επιβάλλονται πρόστιμα αλλά το καταβλητέο σε κάθε μία περίπτωση ποσό δεν θα ξεπερνά τα εκατό (100) ευρώ.
(Πηγή: Ημερησία)
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: