Τον δρόμο για επιστροφές των κατασχεθέντων σε οικονομικά αδυνάτους ανοίγει εγκύκλιος του γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων Χάρη Θεοχάρη, στην οποία περιγράφεται η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται στις περιπτώσεις αυτές.
Σε κάθε περίπτωση, όπως διευκρινίζεται στην εγκύκλιο, η εξέταση των αιτημάτων των οφειλετών πρέπει να γίνεται με βάση κριτήρια όπως πραγματική οικονομική αδυναμία, λόγοι υγείας, ύψος οφειλής, παλαιότητα και είδος αυτής.
Για να ξεκινήσει η διαδικασία επιστροφής κατασχεθέντων πρέπει να συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Η υποβολή αίτησης από τον οφειλέτη στην αρμόδια ΔΟΥ.
Η υπαγωγή του συνόλου των ληξιπρόθεσμων οφειλών του οφειλέτη σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής.
Η διαπίστωση ότι η κατασχεθείσα απαίτηση, εφάπαξ ή περιοδικώς καταβαλλόμενη, είναι σημαντική για τη διαβίωση του υπόχρεου (πχ ενοίκιο) εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο μη επιτηδευματία ή για τις λοιπές περιπτώσεις (φυσικό πρόσωπο επιτηδευματία, νομικό πρόσωπο), να προκύπτει από επίσημα στοιχεία- έγγραφα ότι ο περιορισμός κατάσχεσης αφορά στην καταβολή μισθοδοσίας σε υπαλλήλους επιχείρησης, στη καταβολή φορολογικών υποχρεώσεων ή άλλων υποχρεώσεων που κρίνονται αναγκαίες για τη βιωσιμότητα και τη συνέχιση λειτουργίας της. Στην περίπτωση αυτήν, ο οφειλέτης θα πρέπει να προσκομίζει στην αρμόδια υπηρεσία και σε διάστημα 15 ημερών αποδεικτικά έγγραφα ότι το ανωτέρω ποσό διατίθεται για τον σκοπό αυτόν.
Η διαπίστωση μέσα από το πληροφοριακό σύστημα ELENXIS, ή από άλλα στοιχεία ότι δεν εκκρεμεί εντολή ελέγχου οποιασδήποτε φορολογίας για τον οφειλέτη.
Εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ανωτέρω προϋποθέσεις, το ποσοστό αποδέσμευσης επί της κατασχεθείσας απαίτησης ορίζεται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ έως εξής:
Έως 50% της κατασχεθείσας απαίτησης επί των ευρισκόμενων και μη αποδοθέντων χρημάτων, με εξαίρεση τις οφειλές ΦΠΑ που αποδεδειγμένα έχουν εισπραχθεί και δεν έχουν αποδοθεί καθώς και παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών (ΦΜΥ), για τις οποίες ισχύει ποσοστό έως 30%.
Έως 70% επί των μελλοντικών απαιτήσεων με την προϋπόθεση να καλύπτονται τουλάχιστον τρεις δόσεις της ρύθμισης, εφόσον οι εναπομένουσες δόσεις αυτής είναι έως και δώδεκα (12), αλλιώς πέντε δόσεις, σε περίπτωση που οι εναπομένουσες δόσεις αυτής είναι περισσότερες των δώδεκα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: