Νέες διευκρινίσεις για το πότε θα πραγματοποιούνται έλεγχοι από την εφορία σε όσους έχουν υπαχθεί στην περαίωση παρέχει με νέα εγκύκλιο το Yπουργείο Οικονομικών.
Εφόσον για περαιωθείσες χρήσεις δεν έχουν υποβληθεί μία ή περισσότερες περιοδικές δηλώσεις, θα διενεργείται έλεγχος όπως επίσης και για όλα εν γένει τα λοιπά φορολογικά αντικείμενα (πλην δηλαδή της φορολογίας εισοδήματος).
Εφόσον σε εκκαθαριστικό σημείωμα που έχει γίνει αποδεκτό περιλαμβάνονται χρήσεις ήδη ελεγχθείσες ή περαιωθείσες με οποιονδήποτε τρόπο, το ποσό που έχει προκύψει για τις χρήσεις αυτές με βάση το παραπάνω σημείωμα συμψηφίζεται ή επιστρέφεται.
Το πλήρες κείμενο της ΠΟΛ. 1035/21.2.2011 έχει ως εξής:
ΘΕΜΑ: Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων βάσει των διατάξεων των άρθρων 1 έως 13 του ν. 3888/2010
Αναφορικά με το παραπάνω θέμα και σε συνέχεια προηγούμενων εγκυκλίων και οδηγιών διευκρινίζονται τα εξής:
Εφόσον σε Εκκαθαριστικό Σημείωμα που έχει γίνει αποδεκτό περιλαμβάνονται χρήσεις ήδη ελεγχθείσες ή περαιωθείσες με οποιοδήποτε τρόπο, όπως π.χ. με τακτικό έλεγχο, με τους ν. 3259/2004 και ν. 3697/2008 με το ν. 3296/2004 περί αυτοελέγχου (με την επιφύλαξη των διατ. των παρ. 1 και 2 του άρθρου 12 του ν. 3888/2010, σχετ. και η εγκ. ΠΟΛ. 1147/27.10.2010), με την παράγραφο 2 του άρθρου 6 του ν. 2753/1999 περί συνάφειας κ.λπ., με την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλοι οι κατά περίπτωση όροι και προϋποθέσεις περαίωσης κ.λπ., το ποσό που έχει προκύψει για τις ελεγχθείσες ή περαιωθείσες χρήσεις με βάση το παραπάνω Σημείωμα συμψηφίζεται ή επιστρέφεται, εφόσον δεν είναι δυνατός ο συμψηφισμός, κατόπιν έκδοσης σχετικού ΑΦΕΚ, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου επιτηδευματία στην αρμόδια κατά τον χρόνο έκδοσης του Σημειώματος ΔΟΥ.
2. Για τα επιβαρυντικά εν γένει στοιχεία που για οποιοδήποτε λόγο δεν ήταν διαθέσιμα κατά την 13/10/2010 στη ΓΓΠΣ (σχετ. η ΑΥΟ ΠΟΛ. 1137/11.10.2010, παρ. 2) και δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση των Εκκαθαριστικών Σημειωμάτων από τη ΓΓΠΣ, αλλά υφίσταντο ήδη στις αρμόδιες ΔΟΥ και στα Ελεγκτικά Κέντρα κατά την ίδια ημερομηνία, δεν θα εκδίδονται αποφάσεις επιβολής προστίμου ΚΒΣ στο πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσης του προβλεπόμενου σχετικού Συμπληρωματικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 9 του ν. 3888/2010 και την απόφαση ΠΟΛ. 1019/28.1.2011, ούτε και σε περίπτωση μη αποδοχής του εν λόγω Σημειώματος, για λόγους ίσης μεταχείρισης με τις περιπτώσεις επιβαρυντικών στοιχείων που ήταν διαθέσιμα στη ΓΓΠΣ κατά την ίδια πιο πάνω ημερομηνία και λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση των Εκκαθαριστικών Σημειωμάτων.
Τα προαναφερόμενα επιβαρυντικά στοιχεία λαμβάνονται βεβαίως σε κάθε περίπτωση υπόψη για την έκδοση του ως άνω Συμπληρωματικού Σημειώματος σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση.
Ευνόητο είναι ότι σε όλες τις λοιπές περιπτώσεις επιβαρυντικών εν γένει συμπληρωματικών στοιχείων κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του ν. 3888/2010, τα οποία περιέρχονται στις ΔΟΥ μετά την αποδοχή του αρχικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος, θα εκδίδονται σε κάθε περίπτωση οι σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμου ΚΒΣ πριν από την έκδοση του οικείου Συμπληρωματικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος και θα ακολουθείται γενικώς η οριζόμενη από την πιο πάνω απόφαση (σχετ. η παρ. 8 αυτής) διαδικασία. Τα ίδια ισχύουν και για επιβαρυντικά συμπληρωματικά στοιχεία που περιήλθαν στις ΔΟΥ από 13/10/2010 μέχρι την αποδοχή του αρχικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος, προκειμένου για Εκκαθαριστικά Σημειώματα που εκδόθηκαν από τη ΓΓΠΣ.
3. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 7 του ν. 3888/2010, για όλα εν γένει τα λοιπά φορολογικά αντικείμενα (πλην δηλαδή της φορολογίας εισοδήματος) συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ, εφόσον διαπιστώνεται η μη υποβολή των σχετικών δηλώσεων ή κατά το χρόνο αποδοχής του Εκκαθαριστικού Σημειώματος υπάρχουν στην αρμόδια ΔΟΥ κάθε είδους επιβαρυντικά στοιχεία, τότε, ανεξαρτήτως της επελθούσας περαίωσης, για τα συγκεκριμένα αντικείμενα και τις συγκεκριμένες δηλώσεις διενεργείται έλεγχος σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (σχετ. και η εγκ. ΠΟΛ. 1147/27.10.2010), ακολουθουμένων όλων εν γένει των προβλεπόμενων ελεγκτικών διαδικασιών (συμπεριλαμβανομένης και της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 3610/2007).
Ειδικά σε ό,τι αφορά το ΦΠΑ, εφόσον για περαιωθείσες χρήσεις δεν έχουν υποβληθεί μία ή περισσότερες περιοδικές δηλώσεις, τα ανωτέρω εφαρμόζονται για τις κατά περίπτωση φορολογικές περιόδους που αφορούν τις μη υποβληθείσες περιοδικές δηλώσεις και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, εκδίδονται συμπληρωματικές πράξεις κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του ν. 2859/2000 (Κώδικας ΦΠΑ). Τα ανωτέρω ισχύουν και στις περιπτώσεις που κατά το χρόνο αποδοχής του Εκκαθαριστικού Σημειώματος υπάρχουν στην αρμόδια ΔΟΥ επιβαρυντικά εν γένει στοιχεία για ανακρίβεια των δηλώσεων ΦΠΑ.